Πρώτη χρονιά λειτουργίας του ΤΕΙ Αθήνας
 
Το ΚΑΤΕ - ΚΑΤΕΕ και το ΤΕΙ Αθήνας
του Κων/νου Τσόχα, F.R.S.H
Καθηγητή Σχ. Επαγ. Υγείας και Πρόνοιας του ΤΕΙ Αθήνας
τ. Προέδρου του ΤΕΙ Αθήνας (1983-1987)

Παρά το ότι επεκράτησε η χρήση του ορισμού «παραϊατρικά επαγγέλματα», που πρέπει να ομολογήσουμε πως μένει και προσφιλής στο ιατρικό σύνολο, oφείλουμε να πούμε ότι θα τον χρησιμοποιήσουμε στην επικοινωνία μας αυτή έχοντας επίγνωση και διευκρινίζοντας πως,ο αντικειμενικά σωστός χαρακτηρισμός σήμερα είναι «επαγγέλματα Υγείας και Πρόνοιας», αφού πραγματικά τα επαγγέλματα αυτά όρισαν δυο ομάδες απασχόλησης: Την Υγεία, με κύριους εκπροσώπους τους νοσηλευτικούς κλάδους κ.τ.ό. και την Πρόνοια, που κλείνει τους απασχολούμενους με την κοινωνική εργασία, τους βρεφονηπιοκόμους και άλλους συναφείς κλάδους.
Επιχειρώντας μια αναδρομή στα παραπάνω επαγγέλματα, ιδιαίτερα όταν κανένας έχει βιώσει τη διαδρομή που ακολούθησαν τα τελευταία τριάντα χρόνια, είναι σίγουρο πως δεν μπορεί να αποφύγει μια κριτική στάση, που όμως ίσως αποτελεί και το θετικό σημείο κάθε ιστορικής αναδρομής, ενώ η ίδια αυτή στάση του μπορεί να οδηγήσει και σε ευρύτερες συζητήσεις, με όλα τα ευοίωνα σημεία που κλείνουν αυτές. Μια τέτοια αναδρομή πιστεύουμε αβίαστα πως μπορεί να ξεχωρίζει δύο ουσιαστικά περιόδους: Μια που ανοίγει το 1973 με την πρώτη λειτουργία των ΚΑΤΕ, οπότε για πρώτη φορά τα επαγγέλματα αυτά βρίσκονται κάτω από φορέα παροχής οργανωμένης εκπαίδευσης, όπως θα αναλύσουμε παρακάτω, και μια που ακολουθεί το 1983 (Νοέμβριος) με την ίδρυση και λειτουργία των Τ.Ε.Ι., οριστικοποιώντας τη θέση τους και μεταφέροντάς τα από την ανώτερη εκπαίδευση των ΚΑΤΕ - ΚΑΤΕΕ στην ενιαία τριτοβάθμια εκπαίδευση των ΤΕΙ - ΑΕΙ. Αυτά χωρίς να μπορεί να μην αναφερθεί και η ύπαρξη ειδικοτήτων σχολών, για πολλά χρόνια πριν το 1973, με φορείς κυρίως νοσηλευτικά ιδρύματα ή και το ίδιο το υπουργείο Υγείας.

Περίοδος πριν την ίδρυση των ΚΑΤΕΕ (1834 - 1973)

'Οπως αναφέρθηκε ήδη, η πρώτη εμφάνιση των παραϊατρικών επαγγελμάτων στην Ελλάδα γίνεται με την πρωτοβουλία ατόμων ή φορέων με κίνητρο την κοινωνική προσφορά και αφορά σχολές Αδελφών Νοσοκόμων & Επισκεπτριών, Μαιών, Κοινωνικής Εργασίας, Φυσικοθεραπείας και Εργοθεραπείας περιπτωσιακά, όπως και Βρεφονηπιοκόμων αργότερα. Παρά το ότι τα στοιχεία των σχολών αυτών θα μπορούσαν να αναφερθούν εκτεταμένα και ακριβέστερα από άλλους, για μια ιστορική μόνο αναφορά σημειώνουμε πως, οι πρώτες σχολές που ιδρύθηκαν στην Ελλάδα ήσαν των Αδελφών Νοσοκόμων, οι οποίες άρχισαν με ένα περίπου πρωτοβάθμιο επίπεδο εκπαίδευσης για να αναβαθμισθούν με την πάροδο των χρόνων και να φθάσουν μέχρι τη Τρίτη βαθμίδα εκπαίδευσης στις μέρες μας.

Ειδικότερα, μια από τις πρώτες παραϊατρικές σχολές στη χώρα μας είναι η Σχολή Αδελφών Νοσοκόμων του Θεραπευτηρίου «Ο Ευαγγελισμός», που ιδρύεται το 1875 με διάρκεια φοίτησης 2 χρόνια και δέχεται μέχρι το 1900 γυναίκες με μοναδικό προσόν τη γνώση «ανάγνωσης και γραφής». Το 1930, η ίδια σχολή ονομάζεται Ανώτερη και δέχεται πια απόφοιτες του τότε σχολαρχείου (δηλαδή, πρώτης τάξης σημερινού γυμνασίου: 4 χρόνια δημοτικό και 3 χρόνια σχολαρχείο), ενώ το 1924 προηγείται η ίδρυση της Σχολής Αδελφών Νοσοκόμων του Ε.Ε.Σ. και το 1938 ιδρύεται η ΑΣΕΑΝ (Ανώτερη Σχολή Επισκεπτριών Αδελφών Νοσοκόμων), η οποία υπήρξε και η πρώτη που από προδιαγραφή δέχτηκε μόνον απόφοιτες εξατάξιου γυμνασίου, ακολουθούμενη από τη Σχολή Αδελφών Νοσοκόμων του Στρατού το 1948, για να φθάσουμε αργότερα στην ίδρυση και των υπόλοιπων, όπως αναφέρονται παρακάτω, αυτές που τελικά υπήρξαν μέχρι το 1983 και εντάχθηκαν στη συνέχεια στα Τ.Ε.Ι.

Περίπου παράλληλη πορεία ακολούθησαν βασικά και οι τρεις Σχολές Μαιών, από τις οποίες η πρώτη του Δημοσίου Μαιευτηρίου Αθηνών (μετέπειτα «Αλεξάνδρα») ιδρύθηκε και λειτούργησε το 1834. Αυτή η σχολή υπήρξε η αρχαιότερη, με πρόσθετο χαρακτηριστικό της τη διετή φοίτηση, παράλληλα με το ότι ήταν η πρώτη που δέχτηκε απόφοιτες του τότε σχολαρχείου από την εμφάνισή του.

Αργότερα, το 1932, ιδρύεται και λειτουργεί η Σχολή Μαιών Βιργινίας Σκυλίτση του Μαιευτηρίου «Μαρ. Ηλιάδη» και ακολουθεί η Σχολή Μαιών του Δημοσίου Μαιευτηρίου Θεσσαλονίκης, που Άρχισε τη λειτουργία της το 1947, ενώ μια μικρή Σχολή Μαιών της Ρόδου λειτούργησε περιπτωσιακά, για να κλείσει οριστικά το 1948. Το 1954, οι τρεις παραπάνω σχολές χαρακτηρίζονται Ανώτερες, ενώ το 1974 η πρώτη μετονομάζεται σε Σχολή Μαιών Αλεξάνδρας.

'Ολα τα υπόλοιπα παραϊατρικά επαγγέλματα εμφανίζονται στη χώρα μας πολύ όψιμα. Έτσι, η πρώτη Σχολή Κοινωνικής Εργασίας λειτουργεί στο Αμερικανικό Κολέγιο Deree στο Ελληνικό το 1946 και οδηγεί σε τίτλο BC . Η σχολή αυτή λειτουργεί συνέχεια μέχρι το 1967, χρονιά που διακόπτει την εισαγωγή σπουδαστριών, με χαρακτηριστικό ότι το ελληνικό δημόσιο αναγνώριζε τα πτυχία αυτά επίσημα, σταματώντας στη συνέχεια να αναγνωρίζει οποιοδήποτε πτυχίο του κολεγίου αυτού μέχρι σήμερα. Το 1948 ιδρύεται και λειτουργεί στη ΧΕΝ η δεύτερη Σχολή Κοινωνικής Εργασίας, για να ακολουθήσει η εμφάνιση της Σχολής Διακονισσών του ΙΑΚΕ και η Σχολή Κοινωνικής Εργασίας της ΕΠΑ (Εταιρείας Προστασίας Ανηλίκων) του υπουργείου Δικαιοσύνης, που ήταν και η μόνη δημόσια σχολή κοινωνικής εργασίας, αλλά και η μόνη που πρωτοδέχθηκε και σπουδαστές.

Το 1943, το Αμερικανικό Ίδρυμα Εγγύς Ανατολής εμφανίζεται να λειτουργεί στην Αθήνα μια μόνο σειρά εκπαίδευσης στη Φυσικοθεραπεία, διάρκειας 18 μηνών, ενώ η ίδρυση επίσημα Σχολής Φυσικοθεραπείας νομοθετείται το 1952 με το ν. 2028/52, αλλά δεν πετυχαίνεται η έναρξη λειτουργίας της παρά μονάχα το 1958 με το χαρακτηρισμό Σχολή Βοηθών Φυσιοθεραπευτών του Νοσοκομείου «Βασ. Παύλος» (σήμερα Λαϊκό Νοσοκομείο Αθηνών). Η σχολή αυτή νομοθετήθηκε για τριετή φοίτηση, αλλά πρωτολειτούργησε με τους τελευταίους μήνες του προγράμματος της, με κατάταξη καθηγητών γυμναστικής και νοσοκόμων. Αργότερα, από το 1959 δέχτηκε εισαγόμενους απόφοιτους γυμνασίου, ενώ διατηρεί το καθεστώς της κατάταξης στο β' έτος σπουδών των γυμναστών, νοσοκόμων ή και γιατρών και το 1968 χαρακτηρίζεται Ανώτερη.

Για την Εργοθεραπεία, τέλος, θα πρέπει να ομολογήσουμε πως η εμφάνιση της υπήρξε απόλυτα περιπτωσιακή στο διάστημα αυτό και για όλη αυτή την περίοδο εμφανίζεται, με πρωτοβουλία του ΕΕΣ, η λειτουργία τριών σειρών στις χρονιές 1950-51, 1956-57 και 1960-61. Οι σειρές αυτές είχαν εξάμηνη, διάρκεια, και φοίτηση, περίπου 3,5 βραδινές ώρες κάθε μέρα, απευθύνονταν δε σε εθελόντριες αδελφές νοσοκόμες του ΕΕΣ. Ωστόσο, οι απόφοιτες αυτών των σειρών έγιναν δεκτές από το ελληνικό δημόσιο και ίδρυσαν και λειτούργησαν το πρώτα εργοθεραπευτήρια σε άσυλα και ιδρύματα χρόνιων νοσημάτων. Έτσι, η Εργοθεραπεία ουσιαστικά ιδρύεται στη χώρα μας με την προσωπική μας πρωτοβουλία το 1977 στο τότε ΚΑΤΕΕ Αθηνών, όπως θα δούμε και παρακάτω.

Κάνοντας αυτή τη μικρή αναδρομή δεν μπορούμε να μην αναφερθούμε σε κάποια σημεία που χαρακτήριζαν τα παραϊατρικά επαγγέλματα και διαφοροποιούσαν κάποιους κλάδους. Η Εργοθεραπεία θα πρέπει για την περίοδο αυτή να χαρακτηρισθεί ανύπαρκτη. Η Σχολή Φυσικοθεραπείας και οι Σχολές Κοινωνικής Εργασίας διατηρούν μια διαφορετική φυσιογνωμία, χωρίς να απέχουν ιδιαίτερα σε ό,τι θα χαρακτηριζόταν περιπτωσιακό για την εκπαίδευση τους. Τον κύριο λόγο διατηρούν σε όλη αυτή την περίοδο οι Σχολές Αδελφών Νοσοκόμων που κατορθώνουν, κάτω απ΄ την κοινωνική ανάγκη, την έλλειψη νοσηλευτικού προσωπικού στα νοσοκομεία και τη σύνδεση του τακτικού προσωπικού τους με θρησκευτικές οργανώσεις, να δημιουργήσουν γρήγορα καταστημένο με κληροδοτημένες θέσεις και νοοτροπίες, μέχρι το 1985 που οριστικά διαλύθηκαν και εντάχθηκαν στα ΤΕΙ, αλλά και με νοσταλγούς που παραμένουν ακόμα και σήμερα και προσπαθούν να κρατήσουν την ίδρυση μέσων σχολών αδελφών νοσοκόμων με φορέα το υπουργείο Υγείας, ενώ αυτές οι τελευταίες θα έπρεπε να υπάρχουν στα ΚΕΤΕ με τη συμβολή του υπουργείου Υγείας, ίσως ακόμα και με μια εκπαίδευση τύπου σάντουιτς, για να μη φτάσουμε ξανά σε αδιέξοδα.

Και για να μην κλείσουμε το κεφάλαιο αυτό αναιτιολόγητα, θα πρέπει να θυμίσουμε με δυο λόγια το συντεχνιακό κλίμα, τη νοοτροπία μεσαιωνικών ταγμάτων υποτιθέμενης πειθαρχίας και το περιπτωσιακό της εκπαίδευσης, που όλα μαζί και με πρόσθετους λόγους βράδυναν την κοινωνική αποδοχή των νοσηλευτικών επαγγελμάτων στη χώρα μας. Έτσι, φτάνουμε με όλη αυτή την αντιπαλότητα να έχουμε αυτά τα κενά στην Υγεία και την Πρόνοια και την κοινωνική άρνηση στη λειτουργία των ΚΑΤΕΕ το 1973.

'Ιδρυση και λειτουργία των ΚΑΤΕ - ΚΑΤΕΕ (1973-1983)

'Ισως η ανάλυση αιτιών, αιτίων και αφορμών, θα μπορούσε να βοηθήσει την επίλυση προβλημάτων που σωρεύουν οι διάφορες θέσεις. Ωστόσο, θα απαιτείτο χώρος και χρόνος, που αυτή τη στιγμή μας υποχρεώνει σε απλές αναφορές.

'Οπως θίχτηκε πιο πάνω, το 1973 σηματοδοτείται από τη λειτουργία των Κέντρων Ανώτερης Τεχνικής Εκπαίδευσης (ΚΑΤΕ) σε 5 πόλεις, με Ανώτερες Σχολές Παραϊατρικών επαγγελμάτων (ΑΣΠΕ) σε αυτές και με τμήματα παραϊατρικών ειδικοτήτων που μέχρι τότε λειτουργούσαν σαν σχολές του υπουργείου Υγείας ή σαν αδιαβάθμητες ή σαν μέσες σχολές του ιδιωτικού τομέα. Έτσι, πέρα από τα Τμήματα Αδελφών Νοσοκόμων, Μαιών, Φυσικοθεραπευτών και Κοινωνικών λειτουργών, οι σχολές αυτές των ΚΑΤΕ περιλαμβάνουν Τμήματα Τεχνολόγων Ιατρικών Εργαστηρίων Μικροβιολογίας & Βιοχημείας, Τεχνολόγων Ραδιολογίας & Ακτινολογίας, Τεχνολόγων Οδοντοτεχνιτών, Στελεχών Διοίκησης Νοσοκομείων και Εποπτών Δημόσιας Υγείας, που μέχρι την περίοδο αυτή προέρχονταν από την ιδιόρρυθμα αδιαβάθμητη μέχρι τώρα Υγειονομική Σχολή Αθηνών.

Αναμφίβολα, τα ΚΑΤΕ ιδρύθηκαν με τη βοήθεια της Διεθνούς Τράπεζας, τον Έλεγχο του ΟΟΣΑ και την παρακολούθηση της λειτουργίας τους και, ειδικά τα παραϊατρικά επαγγέλματα, από την ή με μέσο την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας. Η ανώτερη στάθμη τους δεν κάλυψε τις φιλοδοξίες γονιών και υποψηφίων, που συνήθισαν να βλέπουν μια κοινωνική ένταξη να επιτυγχάνεται μόνο μέσα από τα ΑΕΙ, ακόμα και με αποδοχή της ανεργίας, Οι φορείς χρηματοδότησης, με τα όσα ίσχυαν τότε, όσον αφορά τα ευρύτερα κοινωνικοπολιτικά δεδομένα της γεωγραφικής μας θέσης, θέλανε στελέχη ειδικευμένου εργατικού επιπέδου και οι φορείς του υπουργείου Υγείας, ελεγχόμενοι από το νοσηλευτικό κατεστημένο, δεν ήθελαν να χάσουν τον έλεγχο της κατάστασης των κλάδων τους, τους οποίους έβλεπαν να αλλάζουν μορφή, νοοτροπία και φρόνημα. Με τις ΑΣΠΕ των ΚΑΤΕ, για πρώτη φορά το εκπαιδευτικό προσωπικό διορίζεται σε βαθμίδες με βάση προκαθορισμένα και νομοθετημένα προσόντα, αλλά και αυστηρή επιλογή. Ορίζονται προγράμματα ωρολόγια και αναλυτικά για κάθε τμήμα , με βάση ξένα πρότυπα και γράφονται και εκδίδονται από ειδική υπηρεσία του υπουργείου Παιδείας, την ΕΥ-ΚΑΤΕ, βιβλία που διανέμονται δωρεάν στους σπουδαστές. Οι σπουδάστριες, ιδιαίτερα στα νοσηλευτικά τμήματα, όπου οι καταστάσεις ήσαν περισσότερο συγκρίσιμες, δε διέφεραν στην αντιμετώπιση τους από τις φοιτήτριες, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα να δημιουργηθεί συνείδηση σχέσης εργαζόμενης με εργοδότη.

Την ίδια περίοδο βλέπουμε τις σχολές του υπουργείου Υγείας να υπάρχουν μέσα στα νοσηλευτικά ιδρύματα, με στόχο να εκμεταλλεύονται τις σπουδάστριες, που υποχρεωνόντουσαν κάτω από την ανάγκη δήθεν εκπαίδευσης τους να προσφέρουν εργασία για να καλύπτουν τα κενά νοσηλευτικού προσωπικού εργασίας. Ακόμα, το προσωπικό των σχολών του υπουργείου Υγείας ήλεγχε τη διοίκηση των σχολών αυτών με τρόπο που και το ίδιο δεν ήξερε αν αυτό την ελέγχει ή το πνεύμα των θρησκευτικών οργανώσεων στις οποίες ανήκε η διοίκηση. Αποτέλεσμα ήταν να μεταφέρονται νοοτροπίες ξένες προς την εκπαίδευση, που έφθαναν μέχρι του σημείου ακόμα και οι διορισμοί των σπουδαστριών να πριμοδοτούνται από την υπαγωγή και προσχώρηση ή όχι στη μια ή την άλλη οργάνωση. Η εκπαίδευση ανατίθετο σε κάποιους καθηγητές των ιατρικών σχολών κι αυτοί με τη σειρά τους έστελναν ειδικευόμενους ή βοηθούς της έδρας τους τις περισσότερες φορές για να κάνουν το μάθημα περιπτωσιακά. Βιβλία δινόντουσαν πανεπιστημιακά, για να καταγραφεί και με αυτά επίπεδο, αλλά πολλές φορές δίχως καν να χρησιμοποιούνται. Οι σπουδάστριες, εσωτερικές και οικότροφες, υποκρίνοντο την ημέρα ασκητικό τρόπο ζωής, με πολλές όμως ανησυχίες την νύχτα. Κι όλα σε ρυθμό συγκεκριμένης τάξης «προσφοράς» στο σύνολο.

'Ετσι, μαζί με τα άλλα δεινά, τα ΚΑΤΕ δέχτηκαν, όπως ήταν φυσικό, και την αντιπαλότητα του κλίματος των σχολών αυτών. Για χρόνια μας είχαν αποκλείσει τα νοσοκομεία χωρίς να μας επιτρέπουν την άσκηση των σπουδαστριών, μας εμπόδιζαν την αποκατάσταση τους και τη λειτουργία μας, ωσάν οι δύο φορείς � υπουργείο Παιδείας και υπουργείο Υγείας � να ανήκαν σε άλλες και μάλιστα αντιμαχόμενες χώρες. Αποτέλέσμα ενώ τα άλλα τμήματα προχωρούσαν, τα νοσηλευτικά, απ� το προϊόν των οποίων υπήρχε τόση ανάγκη κοινωνική και εθνική, δεν μπορούσαν να καλύψουν το έλλειμμα των θέσεων που όλο αυξανόταν. Είχαμε αποδυθεί, απ� τη θέση του Δ/ντη της Σχολής τότε, σε πραγματικά προσωπικό αγώνα για να περνάμε καθημερινά το μήνυμα αντοχής και επιμονής σε συναδέλφους και σπουδάστριες, μαζί με τη θέση μας, που προβαλλόταν πάντα αμετακίνητη, ότι η μόνη λύση για τη χώρα μας ήταν να υπαχθούν όλοι αυτοί οι κλάδοι μόνο κάτω απ� το υπουργείο Παιδείας, ενώ μαζί με τους συνεργάτες συναδέλφους υποχρεωνόμασταν να καταφεύγουμε σε ιδιωτικές κλινικές για ν� ασκηθούν οι σπουδάστριες μας. Ύστερα από πολύχρονους αγώνες, δικαιωθήκαμε με την ίδρυση των ΤΕΙ, αλλά η ζημιά που στοίχισε αυτή η αντιπαλότητα των παραδοσιακών σχολών, με την ανοχή ή τον αποκλεισμό της εκάστοτε ηγεσίας του υπουργείου Υγείας της εποχής, υπήρξε μεγάλη. Κι όπως μπορεί να αντιληφθεί ο αναγνώστης από τον αριθμό των σπουδαστριών που είχαν οι σχολές αυτές και εντάχθηκαν αργότερα στα ΤΕΙ, αυτός ήταν ελάχιστος, αφού οι παραδοσιακές σχολές έφθαναν να έχουν ισχνή προσέλευση και κανέναν ανταγωνισμό εισαγωγής. Πιστεύουμε έτσι πως, ο πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης (Ιατρικό Βήμα, Φεβρ. 1989) ίσως έχει προβληματισθεί απ� τις αντικειμενικές και αδιάψευστες αυτές αναφορές και πεισθεί � ανεξάρτητα από το σε ποιόν ανήκει η πολιτική πρωτοβουλία � ότι η κοινωνική βούληση οδηγούσε στην υποχρέωση να κλείσουν αυτές οι σχολές. Οπωσδήποτε, πίστη μας είναι πως, αν δεν λειτουργούσαν μ� αυτές τις όποιες συνθήκες στα ΚΑΤΕ � ΚΑΤΕΕ κι ύστερα στα ΤΕΙ, σήμερα δεν θα παρουσιαζόταν ούτε μια σπουδάστρια ή σπουδαστής στη νοσηλευτική.

Η μεταπολίτευση του 1974 οδηγεί σε νέες κρίσεις του εκπαιδευτικού προσωπικού των ΚΑΤΕ και το 1977 ψηφίζεται ο νέος νόμος για την επαγγελματική εκπαίδευση (ν.576/77), που αντικατέστησε τον ν. 652/70 ο οποίος ίδρυε το ΚΑΤΕ. Με το νέο νόμο, τα ΚΑΤΕ μετονομάσθηκαν σε ΚΑΤΕΕ (Κέντρα Ανώτερης Τεχνικής και Επαγγελματικής Εκπαίδευσης), οι Ανώτερες Σχολές Παραϊατρικών Επαγγελμάτων (ΑΣΠΕ) σε Ανώτερες Σχολές Στελεχών Υγείας και Πρόνοιας (ΑΣΣΥΚΠ) και με προτάσεις μας ιδρύθηκαν σ� αυτές το 1977 τα Τμήματα Εργοθεραπείας και Τεχνολόγων Οπτικών, στην ΑΣΣΥΚΠ του ΚΑΤΕΕ Αθηνών, και το 1978 το Τμήμα Αισθητικών Αθήνας, που ακολουθήθηκε το 1981 από την ίδρυση και λειτουργία αντίστοιχου τμήματος στο ΚΑΤΕΕ Θεσσαλονίκης. Εκείνο όμως το ιδιαίτερο που θά� πρεπε να μνημονευθεί εδώ είναι ότι, ο νόμος αυτός των ΚΑΤΕΕ υποχρέωνε όλες τις ανώτερες σχολές που λειτουργούσαν στη χώρα μας να τον υιοθετήσουν. Από τις σχολές του υπουργείου Υγείας, η Σχολή Φυσικοθεραπείας και οι Σχολές Κοινωνικής Εργασίας εντάσσουν το προσωπικό τους σε βαθμίδες, σύμφωνα με τις επιταγές του νόμου αυτού και αντίστοιχα με το εκπαιδευτικό προσωπικό των ΚΑΤΕΕ και, όπως αναφέρεται παρακάτω, δεν δημιουργείται κανένα πρόβλημα αργότερα στη μετέπειτα ένταξη του προσωπικού των σχολών αυτών στα ΤΕΙ, αφού αβίαστα ακολούθησαν την εφαρμογή όσων ίσχυσαν στην ένταξη του προσωπικού των ΚΑΤΕΕ στα ΤΕΙ.

Την ίδια όμως περίοδο, και παρά τον νόμο, οι Σχολές Αδελφών Νοσοκόμων και Μαιών του υπουργείου Υγείας δεν τον εφαρμόζουν, με συνέπεια όλα τα δυσάρεστα που ακολούθησαν και προέκυψαν στην ένταξή τους στα ΤΕΙ, οπότε δεν ήταν δυνατή ούτε η εφαρμογή του νόμου για τον υπολογισμό των χρονοεπιδομάτων, παρά την ομολογούμενη παράλειψη της κεντρικής υπηρεσίας του υπουργείου Παιδείας από εσφαλμένη γνώμη ή ίσως και σχετική άγνοια, πράγμα που χρειάσθηκε ειδική ρύθμιση για να αποκατασταθεί μετά αρκετούς μήνες από την ίδρύση των ΤΕΙ. Βέβαια, η άρνηση αυτή των σχολών του υπουργείου Υγείας οφειλόταν σε εσωτερική τους αδυναμία κι αυτή είναι η αλήθεια αφού η ένταξη σε βαθμίδες θα αποδυνάμωνε προσωπικό στερημένο προσόντων και θα ισοπέδωνε αξιώματα και ισχύ. Μάλιστα στην επιθυμία συνέχισης της πάλης πέτυχαν να μας κλείσουν και να αναστείλουν τη λειτουργία πρώτα των Τμημάτων Αδελφών Νοσοκόμων για 5 εξάμηνα, στη συνέχεια των Τμημάτων Μαιών (μετά ένα εξάμηνο απ� την αναστολή της λειτουργίας των Τμημάτων Αδελφών Νοσοκόμων) για 4 εξάμηνα και να πλησιάσει η αναστολή της λειτουργίας και των Τμημάτων Φυσικοθεραπείας, αν δεν μεταβαλλόντουσαν οι συνθήκες ευρύτερα, αν το μήνυμα δεν περνούσε στους σπουδαστές και τις σπουδάστριες, αν το σπουδαστικό κίνημα με την εξέγερση του 1978 � 79 δεν αξίωνε την υπαγωγή τους σ� ένα φορέα, το υπουργείο Παιδείας, και αν δεν άρχιζαν οι απεργίες, οι πορείες και οι αποκλεισμοί του υπουργείου Υγείας από τις ίδιες τις σπουδάστριες των δικών του σχολών, οι οποίες ζητούσαν να κλείσουν και διαμαρτυρόντουσαν για τις συνθήκες λειτουργίας τους, ακόμα αν θέλετε και με την προτροπή μας.